Το "multitudinario" είναι επίθετο.
[mul.tiu.ði.na.ɾjo]
Η λέξη "multitudinario" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με ένα μεγάλο πλήθος ή μια μεγάλη συγκέντρωση ανθρώπων. Χρησιμοποιείται συχνά σε κοινωνικές ή πολιτιστικές αναφορές, όπως σε εκδηλώσεις, συγκεντρώσεις ή φεστιβάλ. Η χρήση της είναι πιο κοινή στο γραπτό πλαίσιο, αν και ενδέχεται να ακουστεί και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε επίσημες ή ημι-επίσημες καταστάσεις.
Η διαδήλωση ήταν μαζική και προσέλκυσε χιλιάδες ανθρώπους.
Los conciertos de este festival son siempre multitudinarios.
Οι συναυλίες αυτού του φεστιβάλ είναι πάντα πολυάριθμες.
En la playa había un ambiente multitudinario durante el verano.
Η λέξη "multitudinario" μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και χαρακτηρισμούς που υπογραμμίζουν την ιδέα της μεγάλης συμμετοχής ή της μαζικής επένδυσης:
Ένα μαζικό γεγονός που συνδέει την κοινότητα.
La fiesta se volvió multitudinaria al recibir a muchos invitados.
Η γιορτή έγινε μαζική αφού δέχτηκε πολλούς καλεσμένους.
La llegada de la primavera causa una reacción multitudinaria en la ciudad.
Η άφιξη της άνοιξης προκαλεί μια μαζική αντίδραση στην πόλη.
Se necesitan más recursos para manejar un evento multitudinario.
Απαιτούνται περισσότερα πόροι για να διαχειριστούν ένα μαζικό γεγονός.
Durante el desfile, la ciudad vivió un ambiente multitudinario.
Η λέξη "multitudinario" προέρχεται από το ισπανικό "multitud", που σημαίνει "πλήθος", συν το επίθημα "-ario", που υποδηλώνει μια σχέση ή αναφορά σε κάτι.
Συνώνυμα: - masivo - colectivo - numeroso
Αντώνυμα: - escaso - solitario - individual