Το "musgo" είναι ουσιαστικό και αναφέρεται σε έναν τύπο φυτού.
Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ˈmusɡo/
Η λέξη "musgo" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "βρύα."
Η λέξη "musgo" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ομάδες φυτών με μικρές, πράσινες και συνήθως χνουδωτές ανέμιδες, που συχνά μεγαλώνουν σε υγρές περιοχές ή σε βράχους. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτά κείμενα σχετικά με τη βοτανική ή τη φυσιολογία, αν και μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο. Είναι σχετικά συχνή, ειδικά σε περιβαλλοντικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα.
El musgo crece en lugares húmedos.
(Το βρύο αναπτύσσεται σε υγρά μέρη.)
En el bosque, se puede ver musgo cubriendo las piedras.
(Στο δάσος, μπορείς να δεις βρύο να καλύπτει τις πέτρες.)
El musgo es un indicador de buena calidad del aire.
(Το βρύο είναι δείκτης καλής ποιότητας του αέρα.)
Η λέξη "musgo" δεν είναι τόσο κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ανάλυσή τους για να περιγράψει καταστάσεις ή χαρακτηριστικά της φύσης.
¡Qué musgo hay en este jardín!
(Πόσο βρύο υπάρχει σε αυτόν τον κήπο!)
Ese árbol está cubierto de musgo como un abrigo.
(Αυτό το δέντρο είναι καλυμμένο με βρύο σαν μια κουβέρτα.)
El musgo le da un toque de vida al paisaje.
(Το βρύο προσθέτει μια χροιά ζωής στο τοπίο.)
Η λέξη "musgo" προέρχεται από το λατινικό "muscus," το οποίο σχετίζεται με τα φυτά και την υγρασία.
"helecho" (φυτοφιλικό φυτό, αν και αναφέρεται σε φτέρες)
Αντώνυμα: