Το "naipe" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "naipe" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ˈnai̯.pe/.
Η λέξη "naipe" σημαίνει ένα χαρτί που χρησιμοποιείται σε παιχνίδια καρτών. Τα ναΐπες αποτελούν τον βασικό εξοπλισμό για πολλά γνωστά παιχνίδια όπως το πόκερ, το ντόμινο, και άλλα.
En la fiesta se jugaron muchas manos de naipe.
(Στο πάρτι παίχτηκαν πολλές παρτίδες ναΐπ.)
A él le gusta aprender diferentes juegos de naipe.
(Σε αυτόν αρέσει να μαθαίνει διαφορετικά παιχνίδια με κάρτες.)
Echar naipes
(Να παίζεις χαρτιά)
Λόγος: "Vamos a echar naipes esta noche."
(Θα παίξουμε χαρτιά απόψε.)
Tener un as en la manga de naipes
(Να έχεις έναν άσσο στο μανίκι με ναΐπ)
Λόγος: "Siempre tiene un as en la manga de naipes para sorprendernos."
(Πάντα έχει έναν άσσο στο μανίκι με ναΐπ για να μας εκπλήξει.)
Jugar la carta del naipe
(Να παίξεις την κάρτα του ναΐπ)
Λόγος: "Si no haces lo que te digo, jugaré la carta del naipe."
(Αν δεν κάνεις ό,τι σου λέω, θα παίξω την κάρτα του ναΐπ.)
A cara o cruz con los naipes
(Με το κεφάλι ή την ουρά με τα ναΐπ)
Λόγος: "Hoy decidimos todo a cara o cruz con los naipes."
(Σήμερα αποφασίσαμε τα πάντα με το κεφάλι ή την ουρά με τα ναΐπ.)
Η λέξη "naipe" έχει προέλευση από την ισπανική γλώσσα, αλλά η ρίζα της προέρχεται από τον αραβικό όρο "na'ib" που σημαίνει χαρτί.