nana - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

nana (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

nana: ουσιαστικό (feminine)

Φωνητική μεταγραφή

[ˈnana]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

  1. γιαγιά
  2. νάνα (βρεφική ή παιδική ονομασία για τη γιαγιά)

Σημασία και χρήση

Η λέξη nana αναφέρεται κυρίως στη γιαγιά, σε ένα πιο τρυφερό ή παιδικό πλαίσιο. Είναι συνηθισμένο να χρησιμοποιείται στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε οικογενειακές ή φιλικές καταστάσεις. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Βενεζουέλα, το Μεξικό και η Αργεντινή.

Παραδειγματικές προτάσεις

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη nana χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, που συνήθως περιλαμβάνουν θέματα οικογένειας και φροντίδας.

Ετυμολογία

Η λέξη nana προέρχεται από τη λατινική λέξη "nana", η οποία σημαίνει "μικρή γυναίκα" ή "γυναίκα". Στο πλαίσιο της οικογένειας, έχει ενσωματωθεί στη γλώσσα ως ένας τρυφερός όρος αναφοράς για τις γιαγιάδες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - abuela (γιαγιά) - viejita (γλυκειά ηλικιωμένη)

Αντώνυμα: - nieto (εγγονός) - joven (νεαρός)



22-07-2024