Η λέξη "narra" είναι ένα ρήμα στον ενεστώτα. Είναι η 3η ενικό πρόσωπο του ρήματος "narrar".
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "narra" κατά το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /ˈnara/.
Η λέξη "narra" προέρχεται από το ρήμα "narrar", που σημαίνει να διηγείται, να αφηγείται κάτι. Χρησιμοποιείται συνήθως όταν αναφερόμαστε στη διαδικασία αλληλεπίδρασης ή παρουσίασης ιστοριών, γεγονότων ή πληροφοριών. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στο γραπτό λόγο.
Αυτή διηγείται μια συναρπαστική ιστορία για το ταξίδι της.
El profesor narra los eventos históricos con gran detalle.
Ο καθηγητής αφηγείται τα ιστορικά γεγονότα με μεγάλη λεπτομέρεια.
En el libro, el autor narra sus experiencias en la naturaleza.
Η λέξη "narra" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες φράσεις που σχετίζονται με την αφήγηση και την αφήγηση εμπειριών:
Διηγείται σαν να ζει ξανά την εμπειρία.
La leyenda narra sobre héroes y leyendas.
Η παράδοση αφηγείται για ήρωες και θρύλους.
Cada vez que narra, capta la atención de todos.
Κάθε φορά που διηγείται, τραβάει την προσοχή όλων.
Su relato narra eventos que cambiaron la historia.
Η λέξη "narrar" προέρχεται από το λατινικό "narrāre," που σημαίνει "να λέω" ή "να διηγούμαι".
Συνώνυμα: - Relatar (διηγούμαι) - Contar (λέω) - Exponer (διατυπώνω)
Αντώνυμα: - Silenciar (σιωπώ) - Ocultar (κρύβω) - Callar (σώπαινω)
Αυτή είναι η λεπτομερής ανάλυση της λέξης "narra" με όλες τις σχετικές πληροφορίες.