"Neuralgia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους (la neuralgia).
/ph. ne̞.ɾal.ˈxi.a/
Η "neuralgia" αναφέρεται σε έναν επώδυνο συντονισμό, συνήθως που οφείλεται σε ερεθισμό ή βλάβες σε νεύρα. Χαρακτηρίζεται από έντονες, διαπραγματευτικές και εκρηκτικές πόνους, που μπορεί να επηρεάσουν διάφορες περιοχές του σώματος όπως το πρόσωπο, το κάτω μέρος της πλάτης ή τα άκρα.
Η λέξη "neuralgia" χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά και επιστημονικά κείμενα. Συχνά εμφανίζεται σε γραπτές αναφορές, αλλά χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε ιατρικές συζητήσεις μεταξύ επαγγελματιών και ασθενών.
Η νευραλγία μπορεί να προκληθεί από βλάβη στα νεύρα.
Los pacientes a menudo describen la neuralgia como un dolor punzante.
Οι ασθενείς συχνά περιγράφουν τη νευραλγία ως έναν οξύ πόνο.
El tratamiento de la neuralgia puede incluir medicamentos antiinflamatorios.
Η "neuralgia" δεν έχει πολλές κοινές ιδιωματικές εκφράσεις στη χρήση της, αλλά είναι συχνά συνδεδεμένη με ιατρικές συζητήσεις και αναφορές στις συνέπειές της.
Ο πόνος από τη νευραλγία είναι συχνά ανυπόφορος.
Después del tratamiento, la neuralgia de paciente disminuyó considerablemente.
Μετά τη θεραπεία, η νευραλγία του ασθενούς μειώθηκε σημαντικά.
Durante la crisis de neuralgia, las actividades diarias se vuelven difíciles.
Η λέξη "neuralgia" προέρχεται από τις ελληνικές ρίζες: "neuron" (νεύρο) και "algos" (πόνος). Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον πόνο που σχετίζεται με τα νευρικά συστήματα.