Η λέξη "nodriza" είναι ουσιαστικό.
/noˈðɾiθa/
Η λέξη "nodriza" στα Ισπανικά αναφέρεται συνήθως σε μια γυναίκα που θηλάζει ή φροντίζει ένα θηλαστικό ζώο, όπως για παράδειγμα μια νταντά που παρέχει υποστήριξη ή φροντίδα. Η χρήση της λέξης ενδέχεται να είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτό πλαίσιο, ειδικότερα σε κείμενα που αφορούν την ιατρική ή τη βιολογία.
La nodriza cuidaba de los pequeños en la granja.
Η θηλάστρα φρόντιζε τα μικρά στη φάρμα.
En el hospital, la nodriza dio instrucciones a los nuevos padres.
Στο νοσοκομείο, η νταντά έδωσε οδηγίες στους νέους γονείς.
La nodriza del elefante ayudaba a mantenerlo saludable.
Η θηλάστρα του ελέφαντα βοηθούσε στη διατήρησή του υγιούς.
Η λέξη "nodriza" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε περιβάλλοντα όπου η φροντίδα και η υποστήριξη είναι στο επίκεντρο.
"Ser la nodriza de alguien"
Να είσαι η θηλάστρα κάποιου. (στην έννοια του να φροντίζεις ή να υποστηρίζεις.)
"Una nodriza del alma"
Μια θηλάστρα της ψυχής. (αναφέρεται σε κάποιον που παρέχει ψυχική υποστήριξη.)
Η λέξη "nodriza" προέρχεται από το λατινικό "nutrix", που σημαίνει «θηλάστρα» ή «φροντιστής».
Συνώνυμα: - Cuidadora (φροντιστής) - Asistente (βοηθός)
Αντώνυμα: - Abandonadora (παρατημένη) - Descuidadora (αμελής)
Αυτές οι πληροφορίες συγκεντρώνουν τη σημασία της λέξης "nodriza" και τη χρήση της στην ισπανική γλώσσα.