Η λέξη noventa σημαίνει "ενενήντα" και χρησιμοποιείται κυρίως για να προσδιορίσει έναν αριθμό. Χρησιμοποιείται σε διάφορες περιστάσεις, όπως σε αριθμούς, παρτίδες, ηλικίες ή ποσοστά. Εμφανίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με συχνότητα που σχετίζεται με τα μαθηματικά ή την περιγραφή ποσοτήτων.
Ο παππούς μου είναι ενενήντα ετών.
La clase tiene noventa estudiantes.
Η τάξη έχει ενενήντα μαθητές.
El coche cuesta noventa mil euros.
Η λέξη noventa εμφανίζεται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε γενικές περιγραφές ή ιστορίες που περιλαμβάνουν αριθμούς.
Υπάρχουν ενενήντα τρόποι να το κάνεις.
Su puntuación fue noventa sobre cien.
Η βαθμολογία του ήταν ενενήντα πάνω από εκατό.
La película recibió noventa críticas positivas.
Η λέξη noventa προέρχεται από το λατινικό nonaginta, το οποίο σημαίνει επίσης "ενενήντα".
90 (ως αριθμός).
Αντώνυμα:
Η λέξη noventa είναι βασικό ουσιαστικό στη γλώσσα Ισπανικά και δεν έχει πολλές πολυπλοκότητες γύρω από αυτήν στην καθημερινή χρήση.