Η λέξη "nudosidad" είναι ουσιαστικό.
/nuðo.si.ðað/
Η λέξη "nudosidad" αναφέρεται συνήθως στην παρουσία κόμβων ή γόνατων, που μπορεί να είναι φυσικά ή σε μια ιατρική αναφορά σε μια κατάσταση που περιλαμβάνει διογκώσεις ή ανωμαλίες σε ιστούς. Χρησιμοποιείται κυρίως στον ιατρικό χώρο και συνήθως σε κείμενα που σχετίζονται με ανατομία ή παθολογία.
Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή σε γραπτό κείμενο απ' ό,τι σε προφορικό λόγο, καθώς συνδέεται με εξειδικευμένη επιστήμη.
La nudosidad en las articulaciones puede ser un signo de artritis.
(Η παρουσία κόμβων στις αρθρώσεις μπορεί να είναι ένδειξη αρθρίτιδας.)
El examen físico mostró nudosidad en la piel del paciente.
(Η φυσική εξέταση αποκάλυψε κόμβους στο δέρμα του ασθενούς.)
Η λέξη "nudosidad" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ιατρικά πλαίσια. Δελεάμε παραδείγματα:
La nudosidad en los dedos puede indicar un problema inmunológico.
(Η παρουσία κόμβων στα δάχτυλα μπορεί να υποδεικνύει ένα ανοσολογικό πρόβλημα.)
Con el tiempo, la nudosidad en las extremidades puede volverse dolorosa.
(Με την πάροδο του χρόνου, οι κόμβοι στις άκρες μπορεί να γίνουν επώδυνοι.)
La nudosidad de la planta del pie puede crear molestias al caminar.
(Η παρουσία κόμβων στη σόλα του ποδιού μπορεί να προκαλέσει ενόχληση κατά το περπάτημα.)
Η λέξη "nudosidad" προέρχεται από το ισπανικό "nudo", που σημαίνει "κόμπος", με την προσθήκη του παραθετικού "-idad", που δηλώνει κατάσταση ή ποιότητα. Έτσι, μεταφράζεται κυριολεκτικά ως "η κατάσταση του να είναι κόμποι".
Συνώνυμα: - abultamiento (διόγκωση) - hinchazón (πρήξιμο)
Αντώνυμα: - lisura (ομαλότητα) - suavidad (μαλακότητα)