Η λέξη "nutrimental" είναι επίθετο στην ισπανική γλώσσα.
Φωνητική μεταγραφή:
nutrimental /nutriˈmental/
Μεταφράσεις:
Ελληνικά: διατροφικός
Σημασία / Χρήση:
Η λέξη "nutrimental" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να αναφερθεί σε κάτι που σχετίζεται με τη διατροφή ή τη διατροφική αξία.
Συχνότητα Χρήσης: Η λέξη χρησιμοποιείται συνήθως στο γραπτό πλαίσιο.
Παραδειγματικές Προτάσεις:
Una dieta equilibrada es fundamental para tener una vida nutrimental adecuada. (Μια ισορροπημένη διατροφή είναι θεμελιώδης για μια κατάλληλη διατροφική ζωή.)
Es importante conocer el valor nutrimental de los alimentos que consumimos a diario. (Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τη διατροφική αξία των τροφίμων που καταναλώνουμε καθημερινά.)
Ετυμολογία:
Η λέξη "nutrimental" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "nutrire" που σημαίνει "να ταΐζω".