Η λέξη "obra" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η διεθνής φωνητική μεταγραφή είναι: /ˈo.βɾa/.
Η λέξη "obra" χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε ένα έργο ή σε μια δημιουργία, συχνά με καλλιτεχνικό ή επιστημονικό χαρακτήρα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη αυτή έχει ευρεία χρήση τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφριά προτίμηση στις γραπτές αναφορές σε τομείς όπως η λογοτεχνία, η τέχνη και η ακαδημαϊκή γραφή.
Το έργο τέχνης εκτέθηκε στο μουσείο.
El ingeniero presentó su obra maestra en la conferencia.
Ο μηχανικός παρουσίασε το αριστούργημά του στην διάσκεψη.
La obra literaria de este autor es muy reconocida.
Η λέξη "obra" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές από αυτές:
La nueva obra de teatro ha sido un éxito rotundo.
Obra maestra:
Este cuadro es considerado una obra maestra del renacimiento.
Obra pública:
El gobierno anunció una nueva obra pública para mejorar la infraestructura.
Obra en construcción:
La obra en construcción debería finalizar el próximo año.
Dejar la obra incompleta:
Η λέξη "obra" προέρχεται από το λατινικό "opera", που σημαίνει εργασία ή έργο.
Συνώνυμα: - Trabajo (εργασία) - Creación (δημιουργία) - Proyecto (πρόγραμμα)
Αντώνυμα: - Inacción (αδράνεια) - Negligencia (αμέλεια)
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια συνολική κατανόηση της λέξης "obra" και της χρήσης της στα Ισπανικά.