Η λέξη "obstetricia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "obstetricia" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /obs.te.'tɾi.sja/
Η λέξη "obstetricia" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "μαιευτική".
Η "obstetricia" αναφέρεται στον τομέα της ιατρικής που ασχολείται με την εγκυμοσύνη, τον τοκετό και την περίοδο μετά την γέννα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικό πλαίσιο. Είναι μια τεχνική λέξη που συναντάται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, ειδικά από επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.
La obstetricia es una de las especialidades más importantes en la medicina.
Η μαιευτική είναι μία από τις πιο σημαντικές ειδικότητες στην ιατρική.
Los avances en obstetricia han mejorado las tasas de mortalidad materna.
Οι πρόοδοι στη μαιευτική έχουν βελτιώσει τα ποσοστά μητρικής θνησιμότητας.
Η λέξη "obstetricia" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά προκύπτουν μερικές σχετικές φράσεις που περιγράψουν πρακτικές ή έννοιες στον τομέα αυτό. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
La obstetricia y la ginecología a menudo trabajan juntas para el bienestar de la mujer.
Η μαιευτική και η γυναικολογία συχνά συνεργάζονται για την ευημερία της γυναίκας.
La obstetricia moderna incluye tecnologías innovadoras para el monitoreo fetal.
Η σύγχρονη μαιευτική περιλαμβάνει καινοτόμες τεχνολογίες για την παρακολούθηση του εμβρύου.
Los cursos de obstetricia son fundamentales para la formación de médicos y enfermeras.
Τα μαθήματα μαιευτικής είναι θεμελιώδη για την εκπαίδευση ιατρών και νοσοκόμων.
Η λέξη "obstetricia" προέρχεται από τη λατινική λέξη "obstetricius", που σημαίνει "μαία", και αναφέρεται στο έργο της υποβοήθησης της γέννας.
Συνώνυμα:
- Maternidad (μητρότητα)
- Ginecología (γυναικολογία, αν και αναφέρεται σε ευρύτερο πεδίο)
Αντώνυμα:
Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα της λέξης "obstetricia", αλλά μπορεί να αναφερθεί πως η "ανεξαρτησία" ή η "αυτονομία" της γυναίκας σε σχέση με τα αναπαραγωγικά της δικαιώματα διαφέρει από την συνδρομή ή την παρέμβαση που ενσωματώνει η "obstetricia".