ofertar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ofertar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "ofertar" είναι ρήμα στην ισπανική γλώσσα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /o.feɾˈtaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "ofertar" σημαίνει να προσφέρεις κάτι, είτε αυτό είναι προϊόν, υπηρεσία ή οποιαδήποτε άλλη μορφή προσφοράς. Γενικά χρησιμοποιείται στον τομέα των πωλήσεων, του εμπορίου, και της διαφήμισης. Η λέξη είναι συνήθως πιο κοινή στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La empresa va a ofertar un nuevo servicio.
    (Η εταιρεία θα προσφέρει μια νέα υπηρεσία.)

  2. Es importante ofertar productos de calidad.
    (Είναι σημαντικό να προσφέρεις προϊόντα ποιότητας.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "ofertar" δεν χρησιμοποιείται συχνά ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά υπάρχουν κοινές φράσεις που σχετίζονται με την προσφορά και τον ανταγωνισμό:

  1. Ofertar a ciegas
    (Να προσφέρεις στα τυφλά) - Σημαίνει να κάνεις μια προσφορά χωρίς πλήρη γνώση των δεδομένων ή της κατάστασης.
  2. Αυτή η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν ένας πωλητής δεν ξέρει τις ανάγκες του πελάτη και προσφέρει κάτι που μπορεί να μην ταιριάζει.
    Μετάφραση: Να κάνεις μια προσφορά χωρίς γνώση.

  3. Ofertar el oro y el moro
    (Να προσφέρεις χρυσάφι και το μαρόκο) - Σημαίνει να κάνεις υπερβολικές υποσχέσεις ή προσφορές.

  4. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις υπερβολές στις διαφημίσεις.
    Μετάφραση: Να κάνεις υπερβολικές υποσχέσεις.

  5. Ofertar precios irresistibles
    (Να προσφέρεις ακαταμάχητες τιμές) - Χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα πωλήσεων και μάρκετινγκ.

  6. Η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει πολύ ελκυστικές προσφορές στις οποίες δύσκολα μπορεί κανείς να αντισταθεί.
    Μετάφραση: Να προσφέρεις ακαταμάχητες τιμές.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "ofertar" προέρχεται από το λατινικό "offerre", που σημαίνει "να προσφέρω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Proponer (προτείνω) - Suministrar (παρέχω)

Αντώνυμα: - Retirar (αποσύρω) - Negar (αρνούμαι)



23-07-2024