Η λέξη "ojera" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή είναι /oxeɾa/ σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA).
Η λέξη "ojera" αναφέρεται στους μαύρους κύκλους ή τις σακούλες που σχηματίζονται κάτω από τα μάτια, συνήθως ως αποτέλεσμα κούρασης, έλλειψης ύπνου ή άλλων παραγόντων όπως η γήρανση ή η αλλεργία. Χρησιμοποιείται συχνά στη Ισπανική γλώσσα και θεωρείται κοινή λέξη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Mi hermana tiene ojeras porque no durmió bien anoche.
(Η αδελφή μου έχει μαύρους κύκλους γιατί δεν κοιμήθηκε καλά χθες το βράδυ.)
Las ojeras pueden ser un signo de estrés.
(Οι μαύροι κύκλοι μπορούν να είναι ένδειξη άγχους.)
Δεν υπάρχουν πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις που συνδέονται άμεσα με τη λέξη "ojera", αλλά οι μαύροι κύκλοι είναι συχνά αναφερόμενοι σε φράσεις που αφορούν την εμφάνιση ή την υγεία.
Ella se ve cansada, tiene ojeras.
(Αυτή φαίνεται κουρασμένη, έχει μαύρους κύκλους.)
Las ojeras afectan la confianza personal.
(Οι μαύροι κύκλοι επηρεάζουν την αυτοπεποίθηση.)
Η λέξη "ojera" προέρχεται από την ισπανική λέξη "ojo" που σημαίνει "μάτι", με το επίθημα "-era" που υποδηλώνει την παρουσία ή το αποτέλεσμα μιας κατάστασης στο πλαίσιο της οπτικής εμφάνισης.
bolsas (σακούλες)
Αντώνυμα: