Η λέξη "ojival" είναι επίθετο στα Ισπανικά.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "ojival" είναι: [o.xi.βal].
Η λέξη "ojival" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "ογκόδι", κυρίως στον τομέα της αρχιτεκτονικής.
Η λέξη "ojival" χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σχήμα των ομβρίων ή των τοξωτών στοιχείων που μοιάζουν με οβάλ ή έντονα αψιδωτά σχηματισμένα. Συνήθως σχετίζεται με γοτθικά κτίρια, όπου χρησιμοποιούνται για να υποστηρίξουν τις δομές σε θόλους και παράθυρα. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα σχετικά με την αρχιτεκτονική, αν και μπορεί να συναντηθεί και στην προφορική γλώσσα όταν συζητούνται ειδικά θέματα σχεδίου ή κατασκευής.
Ο καθεδρικός ναός έχει ojival σχέδιο που ενισχύει την μεγαλοπρέπεια του.
Los arcos ojivales son característicos de la arquitectura gótica.
Η λέξη "ojival" δεν είναι ευρέως διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διαφορετικές περιπτώσεις όπως:
Ο ογκός θόλος της εκκλησίας του δίνει μια ιδιαίτερη αίσθηση.
El arte ojival se refleja en muchos edificios históricos de Europa.
Η ογκόδια τέχνη αντικατοπτρίζεται σε πολλά ιστορικά κτίρια της Ευρώπης.
Las ventanas ojivales permiten una gran entrada de luz natural.
Η λέξη "ojival" προέρχεται από το ισπανικό "ojiva", που με τη σειρά του έχει λατινικές ρίζες που σχετίζονται με το "ovalis", που σημαίνει "οβάλ" ή "κύκλινδρο".
Συνώνυμα: a) gótico (γοτθικό), b) arqueado (αψιδωτό)
Αντώνυμα: a) recto (ευθύγραμμο), b) plano (επίπεδο)