ojo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ojo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ο όρος "ojo" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "ojo" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /ˈoxo/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Ο όρος "ojo" σημαίνει "μάτι" και αναφέρεται στο όργανο της όρασης σε ζώα και ανθρώπους. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των Ισπανικών και είναι διαδεδομένος τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή, καθώς είναι μια από τις βασικές λέξεις σχετικά με τα σώματα και την ανατομία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. "El ojo humano es muy complejo."
  2. "Το ανθρώπινο μάτι είναι πολύ περίπλοκο."

  3. "Ella tiene unos ojos hermosos."

  4. "Έχει όμορφα μάτια."

  5. "Necesito un examen de ojos."

  6. "Χρειάζομαι μια εξέταση ματιών."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "ojo" είναι συχνά παρούσα σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. "Ojo por ojo, diente por diente."
  2. "Μάτι αντί μάτι, δόντι αντί δοντιού."
  3. Σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει ισότητα στην ποινή για μια αδικία.

  4. "Echar un ojo."

  5. "Να ρίξω μια ματιά."
  6. Σημαίνει να παρακολουθήσω ή να ελέγξω κάτι.

  7. "No hay que perder de vista el ojo."

  8. "Δεν πρέπει να χάνουμε το μάτι."
  9. Σημαίνει ότι πρέπει να είσαι προσεκτικός και υποψιασμένος.

  10. "Un ojo a la virulé."

  11. "Ένα μάτι στην απομάκρυνση."
  12. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι χαλαρός ή δεν προσέχει.

  13. "Con un ojo en el cielo y otro en la tierra."

  14. "Με ένα μάτι στον ουρανό και το άλλο στη γη."
  15. Σημαίνει να έχεις διαφορετικές προοπτικές ή να είσαι προσεκτικός σε διάφορα πράγματα ταυτόχρονα.

Ετυμολογία

Η λέξη "ojo" προέρχεται από τα λατινικά "oculus", το οποίο σημαίνει επίσης "μάτι".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024