Η λέξη "ojuelos" είναι ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "ojuelos" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /oxwe.los/.
Η λέξη "ojuelos" στα ελληνικά μπορεί να μεταφραστεί ως "μάτια" αλλά σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα μπορεί να αναφέρεται και σε "οφθαλμούς" ή "μικρά μάτια".
Η λέξη "ojuelos" αναφέρεται σε μικρά ή όμορφα μάτια. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει χαρακτηριστικά του προσώπου κάποιου, όπως η ομορφιά των ματιών του. Η χρήση της είναι συχνή στον προφορικό λόγο, όπου οι άνθρωποι αναφέρονται στα χαρακτηριστικά άλλων με έναν πιο προσωπικό και ζεστό τόνο.
Los ojuelos de la niña son muy bonitos.
(Τα μάτια της κοπέλας είναι πολύ όμορφα.)
Me encantan esos ojuelos que tienes.
(Μου αρέσουν τα μάτια που έχεις.)
Ella siempre me dice que mis ojuelos son especiales.
(Αυτή πάντα μου λέει ότι τα μάτια μου είναι ιδιαίτερα.)
Η λέξη "ojuelos" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, εκφράζοντας συναισθήματα ή χαρακτηριστικά.
Tener ojuelos de ángel.
(Να έχεις μάτια αγγέλου.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον με πολύ όμορφα και εκφραστικά μάτια.
Perderse en tus ojuelos.
(Να χαθείς στα μάτια σου.)
Συχνά χρησιμοποιούμενη έκφραση για να περιγράψει τον ρομαντικό ενθουσιασμό ή την αγάπη που νιώθει κάποιος για άλλον.
Brillan tus ojuelos como estrellas.
(Λάμπουν τα μάτια σου σαν αστέρια.)
Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στην ομορφιά και τη λάμψη των ματιών κάποιου.
Η λέξη "ojuelos" προέρχεται από το ισπανικό "ojo," που σημαίνει "μάτι," με την προσθήκη του καταλήκτη "-uelos," που προσδίδει την έννοια του μικρού ή του όμορφου.
Συνώνυμα: ojos (μάτια), miradas (βλέμματα).
Αντώνυμα: ceguera (τύφλωση), falta de visión (έλλειψη όρασης).