Το "olvidado" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: /olβiˈðaðo/
Η λέξη "olvidado" προέρχεται από το ρήμα "olvidar" (ξεχνώ) και χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που έχει ξεχαστεί ή που δεν έχει θυμηθεί. Στη γλώσσα Ισπανικά, η χρήση της είναι αρκετά κοινή και συναντάται σε προφορικά και γραπτά κείμενα. Ωστόσο, μπορεί να είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο λόγω του συναισθηματικού περιεχομένου που μπορεί να μεταφέρει.
El recuerdo de aquella niña había estado olvidado por mucho tiempo.
(Η ανάμνηση εκείνης της κοπέλας είχε ξεχαστεί για πολύ καιρό.)
Los errores del pasado no deben ser olvidados.
(Τα λάθη του παρελθόντος δεν πρέπει να λησμονηθούν.)
No te olvides de mí.
(Μην με ξεχάσεις.)
Sentirse olvidado.
(Νιώθω ξεχασμένος.)
Estar en el olvido.
(Να είσαι στο περιθώριο.)
Dejar algo olvidado en un rincón.
(Να αφήνεις κάτι ξεχασμένο σε μία γωνιά.)
No hay que olvidar lo importante.
(Δεν πρέπει να ξεχνάμε το σημαντικό.)
Η λέξη "olvidado" προέρχεται από το λατινικό "oblivionem", που σημαίνει «λήθη». Το ρήμα "olvidar" σχετίζεται επίσης με την έννοια της λησμονιάς.
Συνώνυμα:
- Lamentablemente (λυπημένος, απογοητευμένος)
- Desapercibido (απαρατήρητος)
Αντώνυμα:
- Recordado (θυμημένος)
- Presente (παρών)