Η λέξη "omiso" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "omiso" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /oˈmi.so/.
Η λέξη "omiso" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως "ομίζο".
Στα Ισπανικά, "omiso" προέρχεται από την έννοια της παραίτησης ή της πρόθεσης να μην γίνει κάτι, ειδικά κάτι που σχετίζεται με την υποχρέωση ή το καθήκον. Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται σχετικά συχνά, κυρίως σε γραπτά κείμενα και νομικά πλαίσια, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικές συζητήσεις.
Η παράλειψη του καθήκοντός του του κόστισε τη δουλειά.
La carta fue enviada, pero hubo un omiso en la dirección.
Η επιστολή στάλθηκε, αλλά υπήρξε μια παράλειψη στη διεύθυνση.
Su omiso en la reunión no fue bien visto por sus compañeros.
Η λέξη "omiso" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει φράσεις που συνδέονται με την ιδέα της απουσίας ή της αποχής.
Να αγνοήσεις τις προειδοποιήσεις.
Un omiso que puede tener consecuencias.
Μια παράλειψη που μπορεί να έχει συνέπειες.
Estar en omiso de sus responsabilidades.
Η λέξη "omiso" προέρχεται από το λατινικό "omissum", που σημαίνει "παράληψη" ή "αφήνω κάτι εκτός".