onda - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

onda (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Onda είναι ουσιαστικό (feminine noun).

Φωνητική μεταγραφή

[ˈonda]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Στα Ισπανικά, η λέξη onda σημαίνει "κύμα" και χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφερθεί σε φυσικά φαινόμενα που σχετίζονται με τη θάλασσα ή το νερό, αλλά και σε άλλες μορφές κυμάτων, όπως τα ηχητικά ή οι ηλεκτρομαγνητικές δονήσεις. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, και συναντάται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El mar tiene muchas olas y cada onda es diferente.
  2. Η θάλασσα έχει πολλά κύματα και κάθε κύμα είναι διαφορετικό.

  3. La onda de sonido viaja más rápido en el agua que en el aire.

  4. Η ηχητική δόνηση ταξιδεύει πιο γρήγορα στο νερό απ' ό,τι στον αέρα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη onda χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. Estar en la onda.
  2. Να είσαι στο κλίμα/να καταλαβαίνεις την κατάσταση.
  3. Είναι πάντα στην κοινή κουλτούρα και κατανοεί τι συμβαίνει γύρω του.

  4. Estar en una onda positiva.

  5. Να είσαι σε θετική κατάσταση.
  6. Τώρα που βρήκε δουλειά, είναι σε μια θετική κατάσταση στην ζωή του.

  7. Pedir la onda.

  8. Να ζητάςα βοήθεια.
  9. Καμιά φορά χρειάζεται να ζητάς τη βοήθεια φίλων όταν έχεις προβλήματα.

  10. No te pongas en la onda negativa.

  11. Μην σκέφτεσαι αρνητικά.
  12. Πρέπει να διορθώσεις τη διάθεση σου και να μην σκέφτεσαι αρνητικά.

Ετυμολογία

Η λέξη onda προέρχεται από το λατινικό undā, που σημαίνει "κύμα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- ola (κύμα)
- corriente (ροή)
- frecuencia (συχνότητα)

Αντώνυμα:
- calma (ηρεμία)
- quietud (ηρεμία)
- tranquilidad (ηρεμία)



22-07-2024