Η λέξη ondulante είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι [onduˈlante].
Η λέξη ondulante αναφέρεται σε κάτι που έχει τη μορφή κύματος ή που παρουσιάζει κυματισμούς. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει φυσικά ή αφηρημένα πράγματα που έχουν αυτή τη χαρακτηριστική εμφάνιση ή κίνηση, όπως κύματα στον νερό ή η κίνηση ενός αντικειμένου. Η χρήση της είναι αρκετά κοινή και μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορα συμφραζόμενα, τόσο γραπτά όσο και προφορικά, αλλά συχνά μπορεί να προτιμάται σε περισσότερα γραπτά κείμενα.
El mar tiene un aspecto ondulante en la tarde.
(Η θάλασσα έχει μια κυματιστή όψη το απόγευμα.)
La bandera ondea de manera ondulante en el viento.
(Η σημαία κυματίζει με κυματιστό τρόπο στον άνεμο.)
Αν και η λέξη ondulante δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να βρείτε κάποια περιγραφικά χαρακτηριστικά που τη χρησιμοποιούν:
Vivir en un mundo ondulante es aceptar la incertidumbre de la vida.
(Να ζείς σε έναν κυματιστό κόσμο είναι να αποδέχεσαι την αβεβαιότητα της ζωής.)
Sus emociones son ondulantes, oscilan entre la alegría y la tristeza.
(Τα συναισθήματά της είναι κυματιστά, oscillate μεταξύ χαράς και λύπης.)
Un pensamiento ondulante puede llevarte a nuevas ideas creativas.
(Μια κυματιστή σκέψη μπορεί να σε οδηγήσει σε νέες δημιουργικές ιδέες.)
Η λέξη ondulante προέρχεται από το ρήμα "ondular," που σημαίνει "να κυματίζει" ή "να κάνει κύματα." Το "ondulante" είναι το συμμετοχικό του ρήματος και χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη δράση ή την κατάσταση σε συνεχή βάση.
Αυτός είναι ο πλήρης οδηγός για τη λέξη ondulante και τις διάφορες χρήσεις της στην ισπανική γλώσσα.