operacional - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

operacional (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "operacional" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "operacional" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι:
/opeɾaθioˈnal/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "operacional" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "λειτουργικός" ή "επιχειρησιακός" ανάλογα με το πλαίσιο.

Σημασία και Χρήση

Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη "operacional" αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με τη λειτουργία, την εκτέλεση ή τη δράση. Χρησιμοποιείται ευρέως σε επιχειρηματικά, τεχνικά και στρατηγικά πλαίσια. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στο γραπτό κείμενο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε επαγγελματικές συζητήσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "El plan operacional se presentó en la última reunión."
    "Το λειτουργικό σχέδιο παρουσιάστηκε στην τελευταία συνάντηση."

  2. "Es importante tener una estrategia operacional clara."
    "Είναι σημαντικό να υπάρχει μια σαφής επιχειρησιακή στρατηγική."

  3. "El equipo deberá estar preparado para cualquier cambio operacional."
    "Η ομάδα θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για οποιαδήποτε λειτουργική αλλαγή."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "operacional" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε επαγγελματικά και τεχνικά συμφραζόμενα.

  1. "La eficiencia operacional es clave para el éxito."
    "Η λειτουργική αποδοτικότητα είναι κλειδί για την επιτυχία."

  2. "El costo operacional debe ser minimizado."
    "Το λειτουργικό κόστος πρέπει να ελαχιστοποιηθεί."

  3. "Estamos trabajando en mejorar los procesos operacional."
    "Δουλεύουμε για τη βελτίωση των λειτουργικών διαδικασιών."

  4. "Los cambios operacional afectaron el resultado final."
    "Οι λειτουργικές αλλαγές επηρέασαν το τελικό αποτέλεσμα."

Ετυμολογία

Η λέξη "operacional" προέρχεται από το ιταλικό "operazionale", το οποίο ετυμολογικά συνδέεται με τη λέξη "operar" (λειτουργώ), που έχει τις ρίζες της στα Λατινικά.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Funcional (λειτουργικός) - Práctico (πρακτικός)

Αντώνυμα:
- Inoperante (μη λειτουργικός) - Inactivo (ανενεργός)



23-07-2024