Μέρος του λόγου: Ρήμα
Φωνητική μεταγραφή: /opɾiˈmiɾ el koɾaˈθon/
Χρήση στα Ισπανικά: Η φράση "oprimir el corazón" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη στιγμή που κάτι συναισθηματικά συγκινητικό ή συγκλονιστικό προκαλεί συναίσθημα πόνου ή θλίψης.
Παραδειγματικές προτάσεις: 1. La película era tan triste que me oprimió el corazón. (Η ταινία ήταν τόσο συγκινητική που με συγκλόνισε.) 2. Escuchar su historia me oprime el corazón. (Ακούγοντας την ιστορία του με πληγώνει συναισθηματικά.)
Ετυμολογία: Το ρήμα "oprimir" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "opprimere", που σημαίνει "να πιέζω" ή "να καταπιέζω".
Συνώνυμα: aplastar el corazón, entristecer el corazón
Αντώνυμα: aligerar el corazón, reconfortar el corazón