optar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

optar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Το "optar" είναι ρήμα.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "optar" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /opˈtaɾ/.

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Το "optar" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - επιλέγω - προτιμώ - αποφασίζω

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "optar" σημαίνει να επιλέξεις ή να αποφασίσεις υπέρ κάποιου πράγματος ή επιλογής. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως στην καθημερινή συζήτηση και στον νομικό λόγο. Η χρήση του είναι αρκετά συχνή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα Χρήσης

  1. Voy a optar por la opción más barata.
    (Θα επιλέξω την πιο φθηνή επιλογή.)

  2. Es importante optar por el camino correcto.
    (Είναι σημαντικό να επιλέξεις τον σωστό δρόμο.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "optar" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Optar entre dos males.
    (Να επιλέξεις μεταξύ δύο κακών.)

  2. Optar por lo seguro.
    (Να επιλέξεις το ασφαλές.)

  3. Optar al puesto.
    (Διεκδίκηση μιας θέσης.)

  4. Optar por el cambio.
    (Να επιλέξεις την αλλαγή.)

  5. Optar por la verdad.
    (Να επιλέξεις την αλήθεια.)

Ετυμολογία

Η λέξη "optar" προέρχεται από το λατινικό "optare", που σημαίνει "να επιλέγω" ή "να προτιμώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - elegir (να επιλέγω) - decidir (να αποφασίζω) - preferir (να προτιμώ)

Αντώνυμα: - rechazar (να απορρίπτω) - ignorar (να αγνοώ) - desestimar (να απορρίπτω)

Αυτές οι πληροφορίες δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "optar", καλύπτοντας τη σημασία της, τη χρήση της, και άλλες σχετικές πληροφορίες.



22-07-2024