Η λέξη "optimista" είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /op.tiˈmis.ta/
Η λέξη "optimista" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που βλέπει τα πράγματα με θετική προοπτική, πιστεύει ότι τα καλύτερα θα έρθουν και είναι γενικά θετικό σε σχέση με τις καταστάσεις της ζωής. Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο.
Αυτή πάντα είναι αισιόδοξη μπροστά στα προβλήματα.
Ser optimista te ayuda a enfrentar las dificultades.
Το να είσαι αισιόδοξος σε βοηθά να αντιμετωπίσεις τις δυσκολίες.
El optimista ve oportunidades donde otros ven obstáculos.
Η λέξη "optimista" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται για να υποδείξει μια αισιόδοξη προοπτική στη ζωή.
Tener una actitud optimista.
Χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε κάποιον που αντιμετωπίζει τις καταστάσεις με θετικότητα.
Optar por el lado positivo.
Μια έκφραση που προτρέπει να βλέπουμε τα θετικά σε κάθε κατάσταση.
Dejarse llevar por la esperanza.
Η λέξη "optimista" προέρχεται από τη λατινική λέξη "optimum", που σημαίνει "το καλύτερο". Οι ρίζες της είναι έντονες στη φιλοσοφική σκέψη, όταν ο 17ος αιώνας φιλόσοφος Gottfried Wilhelm Leibniz μίλησε για μια "καλύτερη από όλες τις πιθανές κόσμου".
Συνώνυμα: - Positivo (θετικός) - Esperanzado (ελπιδοφόρος)
Αντώνυμα: - Pesimista (απαισιόδοξος) - Negativo (αρνητικός)