opulencia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

opulencia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "opulencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /opuˈlenθja/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "opulencia" αναφέρεται στη κατάσταση της αφθονίας, του πλούτου ή της πολυτελούς ζωής. Χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που είναι πλούσιο σε υλικά αγαθά ή που επιδεικνύει πολυτέλεια. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να συναντηθεί στον προφορικό λόγο, κυρίως σε επίσημα ή πολιτιστικά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La opulencia del castillo era impresionante.
  2. Η αφθονία του κάστρου ήταν εντυπωσιακή.

  3. La opulencia de la decoración hacían que la fiesta se sintiera mágica.

  4. Η πολυτέλεια της διακόσμησης έκανε την γιορτή να αισθάνεται μαγική.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "opulencia" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες εκφράζουν εννοιολογικά πλούτο ή αφθονία.

  1. Vivir en la opulencia.
  2. Να ζεις στην αφθονία.

  3. La opulencia no siempre trae felicidad.

  4. Η αφθονία δεν φέρνει πάντα ευτυχία.

  5. Una vida de opulencia puede ser vacía.

  6. Μια ζωή πολυτελίας μπορεί να είναι κενή.

  7. La opulencia de su ropa llamaba la atención.

  8. Η πολυτέλεια του ρουχισμού της τραβούσε την προσοχή.

Ετυμολογία

Η λέξη "opulencia" προέρχεται από το λατινικό "opulentia", που σημαίνει πλούτος ή αφθονία. Συνδέεται με την ρίζα "opulentus" που σημαίνει πλούσιος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024