orador - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

orador (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "orador" είναι ουσιαστικό αρσενικού φύλου.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "orador" στα διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /oɾaˈðoɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "orador" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "ομιλητής", "ρήτορας" ή "ιδρυτής".

Σημασία της λέξης

Στα ισπανικά, "orador" αναφέρεται σε κάποιον που μιλάει δημόσια, συνήθως με σκοπό να πείσει ή να ενθουσιάσει το κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτά και προφορικά πλαίσια, ωστόσο είναι πιο συχνό σε επίσημες ή δημόσιες καταστάσεις.

Παραδείγματα προτάσεων: 1. El orador cautivó a la audiencia con su discurso. - Ο ομιλητής ενθουσίασε το κοινό με την ομιλία του.

  1. Muchos estudiantes aspiran a convertirse en oradores.
  2. Πολλοί φοιτητές επιθυμούν να γίνουν ομιλητές.

  3. El orador utilizó técnicas retóricas para impactar su mensaje.

  4. Ο ομιλητής χρησιμοποίησε ρητορικές τεχνικές για να επηρεάσει το μήνυμά του.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "orador" μπορεί να εμφανίζεται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις όπως:

  1. "Ser un buen orador es un arte."
  2. Να είσαι καλός ομιλητής είναι μια τέχνη.

  3. "El orador del evento dejó una impresión duradera."

  4. Ο ομιλητής της εκδήλωσης άφησε μια διαρκή εντύπωση.

  5. "No todos son oradores naturales; muchos necesitan practicar."

  6. Δεν είναι όλοι φυσικοί ομιλητές; Πολλοί χρειάζονται να εξασκηθούν.

  7. "El orador del panel logró captar la atención de todos."

  8. Ο ομιλητής του πάνελ κατάφερε να προσελκύσει την προσοχή όλων.

  9. "Un gran orador sabe cómo conectar con su audiencia."

  10. Ένας σπουδαίος ομιλητής ξέρει πώς να συνδεθεί με το κοινό του.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "orador" προέρχεται από το λατινικό "orator", που σημαίνει 'ομιλητής' ή 'ρήτορας', και είναι συνδεδεμένο με το ρήμα "orare", το οποίο σημαίνει 'να μιλάει' ή 'να προσεύχεται'.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Rhetor (ρήτορας) - Discurso (ομιλητής) - Presentador (παρουσιαστής)

Αντώνυμα: - Silencio (σιγή) - Callado (σιωπηλός)



23-07-2024