ordenado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ordenado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "ordenado" είναι ένα επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Ο φωνητική μεταγραφή της λέξης "ordenado" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /oɾˈðenado/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "ordenado" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - τακτικός - οργανωμένος - διαρθρωμένος

Σημασία της λέξης

Η λέξη "ordenado" σημαίνει ότι κάτι είναι σε τάξη ή οργανωμένο. Χρησιμοποιείται σε ποικίλους τομείς για να περιγράψει αντικείμενα, καταστάσεις ή ανθρώπους που είναι τακτοποιημένοι και καλά οργανωμένοι. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, με μια ελαφριά προτίμηση στο γραπτό πλαίσιο λόγω του χαρακτηρισμού "οργανωμένος" που συνδέεται με πιο επίσημες καταστάσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El archivo está ordenado por fecha.
  2. Το αρχείο είναι οργανωμένο κατά ημερομηνία.

  3. Es importante mantener una casa ordenada.

  4. Είναι σημαντικό να διατηρούμε το σπίτι τακτικό.

  5. Su mente siempre está ordenada y clara.

  6. Το μυαλό του είναι πάντα τακτοποιημένο και καθαρό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "ordenado" δεν είναι συνηθισμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν ορισμένες σημαντικές χρήσεις της.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. Tener todo en orden.
  2. Να έχεις τα πάντα σε τάξη.

  3. Vivir en un mundo ordenado.

  4. Να ζεις σε έναν οργανωμένο κόσμο.

  5. Estar ordenado en la vida.

  6. Να είσαι τακτικός στη ζωή.

  7. Ser una persona muy ordenada.

  8. Να είσαι ένα πολύ οργανωμένο άτομο.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "ordenado" προέρχεται από το ρήμα "ordenar," που σημαίνει "τακτοποιώ" ή "οργανώνω," και έχει ρίζες στη λατινική λέξη "ordinare," που σημαίνει "τακτοποιώ."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - organizado - clasificado - preparado

Αντώνυμα: - desordenado - caótico - desorganizado



22-07-2024