Η λέξη "ordenado" είναι ένα επίθετο.
Ο φωνητική μεταγραφή της λέξης "ordenado" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /oɾˈðenado/
Η λέξη "ordenado" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - τακτικός - οργανωμένος - διαρθρωμένος
Η λέξη "ordenado" σημαίνει ότι κάτι είναι σε τάξη ή οργανωμένο. Χρησιμοποιείται σε ποικίλους τομείς για να περιγράψει αντικείμενα, καταστάσεις ή ανθρώπους που είναι τακτοποιημένοι και καλά οργανωμένοι. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, με μια ελαφριά προτίμηση στο γραπτό πλαίσιο λόγω του χαρακτηρισμού "οργανωμένος" που συνδέεται με πιο επίσημες καταστάσεις.
Το αρχείο είναι οργανωμένο κατά ημερομηνία.
Es importante mantener una casa ordenada.
Είναι σημαντικό να διατηρούμε το σπίτι τακτικό.
Su mente siempre está ordenada y clara.
Η λέξη "ordenado" δεν είναι συνηθισμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν ορισμένες σημαντικές χρήσεις της.
Να έχεις τα πάντα σε τάξη.
Vivir en un mundo ordenado.
Να ζεις σε έναν οργανωμένο κόσμο.
Estar ordenado en la vida.
Να είσαι τακτικός στη ζωή.
Ser una persona muy ordenada.
Η λέξη "ordenado" προέρχεται από το ρήμα "ordenar," που σημαίνει "τακτοποιώ" ή "οργανώνω," και έχει ρίζες στη λατινική λέξη "ordinare," που σημαίνει "τακτοποιώ."
Συνώνυμα: - organizado - clasificado - preparado
Αντώνυμα: - desordenado - caótico - desorganizado