Το "ordenador" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): [oɾðenaˈðoɾ]
Η λέξη "ordenador" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη συσκευή υπολογιστή που επεξεργάζεται δεδομένα και μπορεί να εκτελεί διάφορες εντολές και προγράμματα. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται συχνά στο ισπανόφωνο κόσμο, κυρίως στην Ισπανία. Στη Λατινική Αμερική είναι πιο συχνά ταυτόσημο με τον όρο "computadora".
Συχνότητα χρήσης: Πολύ συχνά και στα δύο πλαίσια (προφορικός και γραπτός λόγος), αποδεκτή και κατανοητή σε όλες τις ισπανόφωνες χώρες.
Ο υπολογιστής είναι αναμμένος.
Necesito un ordenador nuevo para mi trabajo.
Χρειάζομαι έναν νέο υπολογιστή για τη δουλειά μου.
¿Sabes utilizar un ordenador?
Η λέξη "ordenador" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες κοινές φράσεις σχετικές με τη χρήση του, όπως:
Το να έχεις έναν υπολογιστή στο σπίτι είναι απαραίτητο σήμερα.
No puedo vivir sin mi ordenador.
Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τον υπολογιστή μου.
Voy a comprar un ordenador de segunda mano.
Θα αγοράσω έναν δεύτερο χέρι υπολογιστή.
Mi ordenador se ha descompuesto.
Η λέξη "ordenador" προέρχεται από το ρήμα "ordenar", που σημαίνει "τακτοποιώ" ή "διευθύνω". Στην ουσία, αναφέρεται στη λειτουργία του υπολογιστή να οργανώνει και να επεξεργάζεται πληροφορίες.
Συνώνυμα: - Computadora (χρησιμοποιείται κυρίως στη Λατινική Αμερική)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα, αλλά μπορεί να αναφερθεί το "desorden" (αταξία) που υποδηλώνει κατάσταση χωρίς οργάνωση.