Η λέξη "ordinario" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /oɾdiˈnaɾjo/
Η λέξη "ordinario" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - κανονικός - συνηθισμένος - τακτικός
Η λέξη "ordinario" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι συνηθισμένο, κανονικό ή κοινό. Σε νομικά και ιστορικά συμφραζόμενα, μπορεί να αναφέρεται σε διαδικασίες ή καταστάσεις που δεν είναι εξαιρετικές ή ειδικές. Η συχνότητα χρήσης της ποικίλλει, αλλά γενικά είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, λόγω της καθημερινής εφαρμογής της.
Η συνεδρίαση ήταν κανονική και δεν υπήρχαν εκπλήξεις.
Este caso es ordinario y no requiere atención especial.
Αυτή η υπόθεση είναι συνηθισμένη και δεν απαιτεί ειδική προσοχή.
Los procedimientos ordinarios pueden tomar tiempo.
Η λέξη "ordinario" χρησιμοποιείται συχνά σε επαναλαμβανόμενες εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν κάποιες από αυτές:
Αυτός είναι ένας κανονικός άνθρωπος με ειδικά όνειρα.
Vida ordinaria: Αναφέρεται σε μια καθημερινή ζωή, χωρίς εξαιρετικά γεγονότα.
Ζω μια συνηθισμένη ζωή, αλλά ευτυχισμένη.
Concepto ordinario de justicia: Υποδεικνύει την κανονική αντίληψη για τη δικαιοσύνη.
Η λέξη "ordinario" προέρχεται από τη λατινική λέξη "ordinarius", η οποία σημαίνει «κανονικός» ή «τακτικός», σχηματισμένη από τη ρίζα "ordo", που σημαίνει «τάξη» ή «σειρά».
Συνώνυμα: - común (κοινός) - habitual (συνηθισμένος) - normal (κανονικός)
Αντώνυμα: - extraordinario (εξαιρετικός) - inusual (ασυνήθιστος) - raro (σπάνιος)