orla - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

orla (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Orla" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /ˈoɾ.la/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "orla" στα ισπανικά αναφέρεται σε κάτι που περιβάλλει ή προσδιορίζει ένα αντικείμενο, συχνά σε ένα διακοσμητικό ή εικαστικό πλαίσιο. Στον τομέα της γεωγραφίας, μπορεί να αναφέρεται σε ορεινές και φυσικές περιθωριακές περιοχές. Στην ηρωλογία, αναφέρεται σε σχέδια που έχουν διακοσμητικό χαρακτήρα. Συχνότητα χρήσης: Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό λόγο, ιδίως σε επίσημα κείμενα και έγγραφα. Είναι λιγότερο συχνή στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La orla del cuadro es muy elegante.
    (Το περιθώριο του πίνακα είναι πολύ κομψό.)

  2. En la presentación hay una orla decorativa.
    (Στην παρουσίαση υπάρχει ένα διακοσμητικό στοιχείο.)

  3. La orla de la montaña se ve impresionante.
    (Η περιφέρεια του βουνού φαίνεται εντυπωσιακή.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "orla" χρησιμοποιείται πιο συχνά σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα. Εδώ είναι μερικές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Estar en la orla - σημαίνει να είσαι στη γύρω περιοχή ή στα περίχωρα.
    (Είμαι στην ήσυχη πλευρά της πόλης, στην ήρεμη orla.)

  2. Tener una orla - να έχεις μια περιφερειακή ή διακοσμητική ζώνη, συνήθως σε έργα τέχνης.
    (Δημιούργησα ένα σχέδιο που έχει μια όμορφη orla γύρω.)

  3. Cambiar la orla - αναφορά σε αλλαγές που αφορούν την εξωτερική ή περιφερειακή διακόσμηση.
    (Αποφάσισα να αλλάξω την orla στον τοίχο του δωματίου μου.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "orla" προέρχεται από το λατινικό "aura", που σημαίνει "αέρας" ή "σχέδιο" και έχει εξελιχθεί στη σύγχρονη ισπανική γλώσσα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτές οι πληροφορίες σχετικά με τη λέξη "orla" παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση του όρου και των χρήσεών του στη γλώσσα Ισπανικά.



23-07-2024