Oveja είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/oˈβe.xa/
Η λέξη oveja αναφέρεται στο ζώο "πρόβατο" στην ισπανική γλώσσα. Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της γεωργίας και κτηνοτροφίας, καθώς και σε καθημερινές συζητήσεις. Στην Αργεντινή, όπως και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, η λέξη αυτή χρησιμοποιείται και στη φράση και στην γραπτή μορφή. Η χρήση της είναι σχετικά συχνή, κυρίως στον προφορικό λόγο όταν αναφερόμαστε σε κτηνοτροφικές εργασίες ή περιβάλλοντα.
La oveja está pastando en el campo.
Η πρόβατο ξεκουράζεται στο χωράφι.
Necesitamos comprar una oveja para la granja.
Χρειαζόμαστε να αγοράσουμε ένα πρόβατο για την φάρμα.
Las ovejas producen lana de alta calidad.
Τα πρόβατα παράγουν μαλλί υψηλής ποιότητας.
Η λέξη oveja μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Ejemplo: Cuando no puedo dormir, empiezo a contar ovejas.
Όταν δεν μπορώ να κοιμηθώ, αρχίζω να μετράω πρόβατα.
Ser una oveja negra
Σημαίνει να είσαι "μαύρο πρόβατο", που αναφέρεται σε κάποιον που ξεχωρίζει από την ομάδα ή οικογένεια του, με αρνητική έννοια.
Ejemplo: En su familia, él es la oveja negra.
Στην οικογένειά του, αυτός είναι το μαύρο πρόβατο.
Oveja de oro
Η έκφραση "oveja de oro" αναφέρεται σε κάτι ή κάποιον πολύτιμο ή σπάνιο.
Η λέξη oveja προέρχεται από το λατινικό "ovĭs", που επίσης σήμαινε πρόβατο.
Συνώνυμα: - carnero (γίδινο πρόβατο)
Αντώνυμα: - Υπάρχουν λίγα άμεσα αντώνυμα, καθώς η λέξη "oveja" αναφέρεται σε συγκεκριμένο είδος ζώου. Στην πιο γενική έννοια, το "ζώο" (animal) θα μπορούσε να θεωρηθεί αντώνυμο.