Το "oxidado" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή του "oxidado" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /oks'iðaðo/.
Η λέξη "oxidado" στα Ισπανικά αναφέρεται σε κάτι που έχει υποστεί οξείδωση ή έχει σκουριάσει. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μεταλλικά αντικείμενα που έχουν φθαρεί λόγω επαφής με υγρασία ή αέρα. Η χρήση της λέξης παρατηρείται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να ακούγεται και στην καθημερινή ομιλία.
Το αυτοκίνητο είναι οξειδωμένο και χρειάζεται επισκευές.
Las herramientas de metal se oxidan si no se cuidan adecuadamente.
Η λέξη "oxidado" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως για να περιγράψει κάτι παλιό ή σε κακή κατάσταση.
Είναι οξειδωμένος στις μαγειρικές του ικανότητες.
Después de tanto tiempo sin ejercicio, me siento oxidado.
Μετά από τόσο καιρό χωρίς άσκηση, νιώθω οξειδωμένος.
Ese viejo instrumento está completamente oxidado.
Η λέξη "oxidado" προέρχεται από το ρήμα "oxidar", το οποίο σημαίνει "οξειδώνω". Η ρίζα "óxido" αναφέρεται στο οξείδιο, ένα χημικό σύστημα που δημιουργείται όταν ένα μέταλλο συνδυάζεται με οξυγόνο.
Συνώνυμα: - Oxiado (με την ίδια έννοια του οξειδωμένου)
Αντώνυμα: - Nuevo (νέος) - Impecable (ακέραιος, άψογος)