Η λέξη "pacer" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "pacer" είναι: /ˈpaseɾ/
Η λέξη "pacer" μπορεί να μεταφραστεί ως: - ρυθμιστής - σταθεροποιητής - οδηγός βημάτων
Στα Ισπανικά, η λέξη "pacer" αναφέρεται σε άτομο ή ζώο που μετακινείται με σταθερό ή συγκεκριμένο ρυθμό, ή χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάτι που έχει έναν κανονικό ρυθμό. Χρησιμοποιείται κυρίως σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με το τρέξιμο ή την προπόνηση.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης ποικίλει, ωστόσο είναι συνήθως πιο κοινή στη γραπτή γλώσσα, ιδιαίτερα σε αθλητικά και φυσιολογικά κείμενα.
Ο ρυθμιστής είναι θεμελιώδης στους αγώνες μεγάλων αποστάσεων.
Necesitamos un pacer para mantener el ritmo adecuado.
Χρειαζόμαστε έναν ρυθμιστή για να διατηρήσουμε τον κατάλληλο ρυθμό.
Un buen pacer puede hacer la diferencia en una maratón.
Η λέξη "pacer" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποια συμφραζόμενα:
Να είσαι καλός ρυθμιστής είναι κλειδί για την επιτυχία.
A veces un pacer puede ser el mejor entrenador.
Μερικές φορές, ένας ρυθμιστής μπορεί να είναι ο καλύτερος προπονητής.
Encontrar un pacer adecuado hace que la carrera sea más llevadera.
Η λέξη "pacer" προέρχεται από την ισπανική ρίζα "pacer", που σχετίζεται με τη λέξη "paso" (βήμα), υποδηλώνοντας τη διαδικασία του να κάνεις βήματα ή να κινείσαι με συγκεκριμένο ρυθμό.
Συνώνυμα: - Rítmico (ρυθμικός) - Guía (οδηγός)
Αντώνυμα: - Caótico (χαοτικός) - Desordenado (άτακτος)