Φράση: Η φράση "padre adoptivo" είναι ουσιαστικό.
Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA): /ˈpaðɾe aðopˈtivo/
Ο όρος "padre adoptivo" αναφέρεται σε έναν άντρα που έχει υιοθετήσει ένα παιδί, αποκτώντας νομικά και συναισθηματικά τη θέση του βιολογικού πατέρα. Χρησιμοποιείται στον προφορικό και γραπτό λόγο και έχει συχνό ρόλο σε νομικές και κοινωνικές συζητήσεις σχετικές με οικογενειακές σχέσεις.
"El padre adoptivo de Juan siempre lo apoya en sus decisiones."
(Ο θετός πατέρας του Χουάν πάντα τον υποστηρίζει στις αποφάσεις του.)
"Cada vez más familias tienen un padre adoptivo."
(Όλο και περισσότερες οικογένειες έχουν έναν υιοθετημένο πατέρα.)
"El padre adoptivo se preocupa por el bienestar de su hijo."
(Ο υιοθετημένος πατέρας ανησυχεί για την ευημερία του γιου του.)
Στα Ισπανικά, η φράση "padre adoptivo" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αν και η ίδια η φράση δεν είναι πολύ συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων. Ωστόσο, η έννοια της υιοθεσίας και της οικογένειας μπορεί να σχετίζεται με τις παρακάτω προτάσεις:
"Ser un padre adoptivo es dar amor incondicional."
(Το να είσαι θετός πατέρας σημαίνει να προσφέρεις άνευ όρων αγάπη.)
"El sentimiento de un padre adoptivo no es diferente al de un padre biológico."
(Το συναίσθημα ενός υιοθετημένου πατέρα δεν διαφέρει από αυτό ενός βιολογικού πατέρα.)
"Muchos piensan que un padre adoptivo también es un héroe."
(Πολλοί πιστεύουν ότι ένας Υιοθετημένος Πατέρας είναι επίσης ήρωας.)
Η λέξη "padre" προέρχεται από το λατινικό "pater", που σημαίνει "πατέρας". Η λέξη "adoptivo" προέρχεται από το λατινικό "adoptivus", το οποίο συνδέεται με τον όρο "adoptare", που σημαίνει "υιοθετώ".
Συνώνυμα: - "padre de crianza" (θετός πατέρας στο νόημα του φροντιστή)
Αντώνυμα: - "padre biológico" (βιολογικός πατέρας)