Το "pajarraco" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: [paxaˈrako]
Η λέξη "pajarraco" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει ένα μεγάλο ή άσχημο πουλί. Έχει επίσης μια υποτιμητική ή γελοιογραφική χροιά, γεμίζοντας τις επικοινωνίες με την έννοια του κάτι που είναι αστείο ή ασυνήθιστο. Χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε γραφτές μορφές.
"¡Mira ese pajarraco volando por el cielo!"
"Κοίτα αυτό το πουλί να πετάει στον ουρανό!"
"No sé qué tipo de pajarraco es, pero parece raro."
"Δεν ξέρω τι είδους πουλί είναι, αλλά φαίνεται περίεργο."
Η λέξη "pajarraco" δεν έχει πολλές σταθερές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά εδώ είναι μερικές που τη χρησιμοποιούν:
"Es un pajarraco que no sabe volar."
"Είναι ένα πουλί που δεν ξέρει να πετάει."
"Ese pajarraco siempre hace ruido."
"Αυτό το πουλί πάντα κάνει θόρυβο."
"No te preocupes, es solo un pajarraco."
"Μην ανησυχείς, είναι μόνο ένα πουλί."
"El pajarraco estaba atrapado en la red."
"Το πουλί ήταν παγιδευμένο στο δίχτυ."
Η λέξη "pajarraco" προέρχεται από τη σύνθεση της λέξης "pájaro" (πουλί) και του προσδιοριστικού -raco, που υποδηλώνει το μέγεθος ή τη μορφή γελοιογραφικά.
Συνώνυμα: - pájaro - ave
Αντώνυμα: - mamífero (θηλαστικό) - bestia (θηρίο)