Ο όρος "palaciego" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: [palaˈθjeɣo] (στα Ισπανικά).
Η λέξη "palaciego" προέρχεται από το ισπανικό "palacio" που σημαίνει "παλάτι". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με ένα παλάτι ή έναν ευγενή τρόπο ζωής. Στη γλώσσα των Ισπανών, το "palaciego" έχει σχετική χρήση σε κοινωνικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα, κυρίως αναφερόμενο σε πολυτελή ή ελιτίστικα χαρακτηριστικά. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι γενικά πιο κοινή στο γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί προφορικά σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα.
El vestido que llevaba era palaciego y hermoso.
(Το φόρεμα που φορούσε ήταν βασιλικό και όμορφο.)
El palacio tiene un estilo palaciego que impresiona.
(Το παλάτι έχει έναν εντυπωσιακό βασιλικό στυλ.)
Las fiestas en la corte eran muy palaciegas.
(Οι γιορτές στην αυλή ήταν πολύ ευγενείς.)
Η λέξη "palaciego" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες λέξεις. Ακολουθούν μερικές προτάσεις που αναδεικνύουν τη χρήση της:
Vivir como un palaciego.
(Ζω όπως ένας ευγενής.)
Tener modales palaciegos.
(Να έχεις βασιλικούς τρόπους.)
La decoración era digna de un palaciego.
(Η διακόσμηση ήταν αντάξια ενός ευγενούς.)
Un banquete palaciego para celebrar el evento.
(Ένα βασιλικό συμπόσιο για να γιορτάσουμε το γεγονός.)
La música sonaba tan palaciega como en los tiempos antiguos.
(Η μουσική ακουγόταν τόσο βασιλική όσο και στα παλιά χρόνια.)
Η λέξη "palaciego" προέρχεται από το ισπανικό "palacio", το οποίο αναφέρεται σε «παλάτι», και χρησιμοποιεί την κατάληξη -iego, η οποία υποδηλώνει ότι κάτι σχετίζεται με το παλάτι.
Αυτή είναι η πλήρης ανάλυση της λέξης "palaciego" με τις αντίστοιχες πληροφορίες.