Η λέξη "palidez" είναι ουσιαστικό.
/paliðeθ/ (στην ισπανική προφορά)
Η λέξη "palidez" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση της επιδερμίδας όταν αυτή είναι ανοιχτόχρωμη ή χλωμή, συχνά ως ένδειξη ασθένειας ή έλλειψης αίματος. Στην ιατρική, η ωχρότητα μπορεί να υποδεικνύει πολλές καταστάσεις, όπως αναιμία, λοιμώξεις ή άλλες παθολογίες. Η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και ίσως συναντάται πιο συχνά σε ιατρικά κείμενα ή συζητήσεις.
"Η ωχρότητα στο πρόσωπό της ήταν εμφανής μετά την ασθένεια."
"El doctor notó la palidez del paciente y decidió hacerle un examen."
"Ο γιατρός παρατήρησε την ωχρότητα του ασθενούς και αποφάσισε να του κάνει εξετάσεις."
"La palidez puede ser un signo de un problema de salud subyacente."
Η λέξη "palidez" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε φράσεις που αναφέρονται σε καταστάσεις σχετικές με την υγεία ή συναισθηματική κατάθλιψη. Ακολουθούν μερικές σχετικές φράσεις:
"Το πρόσωπό της έδειχνε μια ανησυχητική ωχρότητα μπροστά στην είδηση."
"La palidez de sus mejillas era un signo de su tristeza profunda."
"Η ωχρότητα στα μάγουλά της ήταν σημάδι της βαθιάς της θλίψης."
"Después de días sin dormir, su palidez era notable."
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "palliditas", το οποίο σημαίνει "ωχρότητα" ή "χλωμάδα", και είναι συνώνυμο με τη λέξη "pallidus", που σημαίνει "χλωμός".
Συνώνυμα: - Chiclindrón - Pálido
Αντώνυμα: - Color - Rosado (ροδαλός)
Αυτή η ανάλυση καλύπτει τις περισσότερες πτυχές της λέξης "palidez" στην ισπανική γλώσσα και παρέχει πληροφόρηση για τη χρήση της σε διάφορους τομείς, ιδίως στη γενική και ιατρική γλώσσα.