paliza είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/paliθa/
Η λέξη paliza χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια σφοδρή επίθεση ή ξυλοδαρμό. Συχνά χρησιμοποιείται στον προφορικό λόγο και σε αν informal περιβάλλοντα, αλλά μπορεί να απαντηθεί και σε γραπτές αναφορές, ιδίως σε κείμενα που περιγράφουν βία ή επιθέσεις. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή στα Ισπανικά, ιδίως σε καθημερινές συζητήσεις.
Του έδωσαν μια ξυλοδαρμό στον δρόμο.
No se puede permitir una paliza como esa.
Δεν μπορεί να επιτραπεί μια τέτοια ξυλοδαρμό.
Después de la paliza, decidió ir a la policía.
Η λέξη paliza χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Παράδειγμα: Fue a la pelea y recibió una paliza.
Dar una paliza
Παράδειγμα: El equipo dio una paliza a sus oponentes.
Paliza de risa
Η λέξη paliza προέρχεται από το παλαιότερο ισπανικό "paliçar", το οποίο σημαίνει "να χτυπάς" ή "να δέρνεις". Η ρίζα της είναι πιθανότατα συνδεδεμένη με φωνολογικές ρίζες που σχετίζονται με την βία ή την επίθεση.
Συνώνυμα: - golpiza - bofetada
Αντώνυμα: - abrazo (αγκαλιά) - cariño (αγάπη)