Ρήμα
/palˈmaɾ/
Η λέξη "palmar" προέρχεται από τη λέξη "palma", που σημαίνει "παλάμη" στα Ισπανικά. Η χρήση της είναι συνήθως σχετική με τη χειρονομία ή την κίνηση που γίνεται με την παλάμη του χεριού. Αν και βρίσκεται κυρίως στον προφορικό λόγο, χρησιμοποιείται και σε γραπτά συμφραζόμενα, κυρίως σε ιατρικές ή ανατομικές αναφορές.
Πρέπει να παλαμάρει το χέρι για την εξέταση ανατομίας.
No me gusta palmar mucho con las manos durante el trabajo.
Δεν μου αρέσει να παλαμάρω πολύ με τα χέρια στην εργασία.
Al palmar las manos, se puede sentir una conexión especial con la música.
Η λέξη "palmar" συνδέεται και με αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στις ισπανικές γλώσσες:
Η ηλικιωμένη πέθανε πριν από ένα μήνα.
No palmar - Δηλώνει την ιδέα του να μην αποτύχεις ή να επιβιώσεις.
Παρά τις δυσκολίες, δεν θα αποτύχω.
Palmar gastos - Σημαίνει "να ξοδευτούν χρήματα".
Η λέξη "palmar" προέρχεται από την λατινική λέξη "palma", που αναφέρεται στην παλάμη του χεριού. Στα Ισπανικά, το ρήμα "palmar" ξεκίνησε να χρησιμοποιείται με τη σημασία της κίνησης που γίνεται με την παλάμη.
Αυτή είναι η πληροφορία σχετικά με τη λέξη "palmar". Αν έχετε περαιτέρω ερωτήσεις ή αν χρειάζεστε περισσότερες λεπτομέρειες, μη διστάσετε να ρωτήσετε!