Pana είναι ουσιαστικό και προέρχεται από τον ισπανικό, κολεκτιβισμό.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: [ˈpana]
Η λέξη pana χρησιμοποιείται κυρίως σε ανεπίσημα και φιλικά πλαίσια για να υποδηλώσει μια ιδιαίτερα στενή φιλία, σχεδόν οικογενειακή σχέση. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και είναι πιο κοινή στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα στην Περού, την Πορτογαλία και την Κεντρική Αμερική.
Παραδείγματα προτάσεων: - Él es mi pana de toda la vida. - (Αυτός είναι ο κολλητός μου για όλη μου τη ζωή.)
(Πάντα μπορώ να βασιστώ στον φίλο μου σε δύσκολες στιγμές.)
Vamos a salir con mis panas este fin de semana.
Η λέξη pana μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη φιλία και τις σχέσεις.
Ιδιωματικές εκφράσεις: - Ser pana de alguien σημαίνει να είσαι κολλητός φίλος κάποιου. - Siempre seré pana de ti. - (Θα είμαι πάντα κολλητός σου.)
Tengo un pana que siempre me ayuda.
Pana del alma σημαίνει πολύ κοντινός φίλος ή καλύτερος φίλος.
Η λέξη pana προέρχεται από τον όρο "pan", που σημαίνει ψωμί, αλλά η χρήση της στον φιλικό τόνο προέρχεται από τις τρόπους συνδιαλλαγής και κοινότητας των ανθρώπων, υποδηλώνοντας μια σύνδεση φιλίας και αδελφότητας.
Συνώνυμα: - Amigo (φίλος) - Colega (συνάδελφος, φίλος)
Αντώνυμα: - Enemigo (εχθρός) - Desconocido (άγνωστος)
Η λέξη pana έχει τη δική της μοναδική πολιτισμική αξία στην ισπανόφωνη κοινότητα και χρησιμοποιείται για να ενισχύσει τη φιλία και την αδελφοσύνη μεταξύ των ανθρώπων.