Η λέξη "para" είναι μια προθηματική λέξη (προθετική) στα Ισπανικά.
/ˈpaɾa/
Η λέξη "para" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα κυρίως ως προθέση και έχει πολλές χρήσεις. Χρησιμοποιείται για να δείξει σκοπό, κατεύθυνση, αποδοχικότητα, χρονικά όρια και για να δηλώσει συγκριτική κατάσταση. Η συχνότητά της είναι πολύ υψηλή, καθώς είναι μια από τις πιο βασικές προθέσεις της γλώσσας.
Χρήση στη γλώσσα: - Στον προφορικό λόγο: Χρησιμοποιείται συχνά για να εκφράσει σκοπούς ή προθέσεις. - Στο γραπτό πλαίσιο: Επίσης πολύ συχνά, ιδίως σε επίσημα κείμενα.
Πηγαίνω στο κατάστημα για να αγοράσω ψωμί.
Este regalo es para ti.
Η λέξη "para" χρησιμοποιείται συχνά σε πολλές αναγνωρίσιμες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:
Είναι για να πεθάνει κανείς από το γέλιο.
No hay para tanto.
Δεν είναι τόσο σοβαρό.
Luchar para vivir.
Παλεύω για να ζω.
Es mejor prevenir que curar. Para eso, hay que tomar precauciones.
Είναι καλύτερο να προλαμβάνεις παρά να θεραπεύεις. Για αυτό, πρέπει να παίρνεις προφυλάξεις.
Hoy es un buen día para empezar algo nuevo.
Σήμερα είναι μια καλή μέρα για να ξεκινήσεις κάτι καινούριο.
Para cada problema, hay una solución.
Για κάθε πρόβλημα υπάρχει μια λύση.
Hazlo para tu propio bien.
Κάντο για το δικό σου καλό.
El amor es para siempre.
Η λέξη "para" προέρχεται από τα Λατινικά "para", που σημαίνει "για". Στη διάρκεια των αιώνων, η σημασία της παραμένει σχεδόν αμετάβλητη, διατηρώντας τον σκοπό που δηλώνει.
Συνώνυμα: - por - hacia
Αντώνυμα: - de - desde
Η λέξη "para" είναι απολύτως κεντρική στην ισπανική γλώσσα, με πολυάριθμες εφαρμογές και λανθάνουσες σημασίες που εκτείνονται σε μια μεγάλη ποικιλία περιβαλλόντων.