Η λέξη "paradero" είναι ένα ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: [paɾaˈðeɾo]
Η λέξη "paradero" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία ή σημείο όπου βρίσκεται κάτι ή κάποιος. Σύμφωνα με τα συμφραζόμενα, μπορεί να εμφανίζεται σε νομικά έγγραφα, στρατιωτική γλώσσα ή ακόμη και σε αρχαιολογικές αναφορές, καθώς και σε καθημερινές εκφράσεις. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή στον προφορικό λόγο, καθώς οι άνθρωποι συχνά αναφέρονται σε τοποθεσίες ή σημεία μέσα σε μια συνομιλία.
¿Cuál es el paradero del documento?
(Ποια είναι η τοποθεσία του εγγράφου;)
El paradero de la antigua ciudad es un misterio.
(Η θέση της αρχαίας πόλης είναι ένα μυστήριο.)
Necesito saber el paradero de mi amigo.
(Χρειάζομαι να ξέρω πού είναι ο φίλος μου.)
Η λέξη "paradero" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως για να δηλώσει την τοποθεσία ή την κατάσταση κάποιου ή κάτι. Ακολουθούν κάποιες παραδείγματα:
El paradero de la verdad está en la investigación.
(Η θέση της αλήθειας βρίσκεται στην έρευνα.)
No sé cuál es el paradero de mis llaves.
(Δεν ξέρω ποια είναι η τοποθεσία των κλειδιών μου.)
Saqué la conclusión de que el paradero de la felicidad es subjetivo.
(Έβγαλα το συμπέρασμα ότι η τοποθεσία της ευτυχίας είναι υποκειμενική.)
El paradero de los sospechosos es desconocido.
(Η θέση των υπόπτων είναι άγνωστη.)
Preguntamos por el paradero del tren.
(Ρωτήσαμε για την τοποθεσία του τρένου.)
Η λέξη "paradero" προέρχεται από το ρήμα "parar", το οποίο σημαίνει "σταματώ". Η προσθήκη του επιθήματος "-ero" δηλώνει μια τοποθεσία ή κατάσταση, που υποδηλώνει ότι η λέξη σχετίζεται με το πού βρίσκεται κάποιος ή κάτι.
Συνώνυμα: - ubicación - sitio - localización
Αντώνυμα: - ausencia - falta - deslocalización