Η λέξη "paradoja" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "paradoja" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι [paɾaˈðoxa].
Η λέξη "paradoja" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "παραδοξο".
Η λέξη "paradoja" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση που περιλαμβάνει ένα λογικό ή ρητορικό αντίλογο, όπου δύο στοιχεία φαίνεται να είναι σε αντίθεση, αλλά στην πραγματικότητα αποκαλύπτουν μια βαθύτερη αλήθεια. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά από φιλοσόφους, σε επιστημονικά κείμενα και τον προφορικό λόγο για να διευκρινίσουν σημεία που μπορεί να είναι δύσκολα κατανοητά.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη χρησιμοποιείται σε γραπτά κείμενα, αλλά είναι επίσης ενδείκνυται να ακούγεται στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε πολιτισμένες συζητήσεις και ομιλίες.
(Η παραδοξολογία της επιλογής συχνά μπερδεύει τους ανθρώπους.)
El famoso filósofo habló sobre la paradoja del tiempo.
(Ο διάσημος φιλόσοφος μίλησε για την παραδοξολογία του χρόνου.)
Existe una paradoja en su argumento que necesitamos discutir.
Η λέξη "paradoja" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
(Είναι μια παραδοξολογία ότι κάποιος που προάγει την ειρήνη να είναι τόσο επιθετικός.)
La vida está llena de paradojas que a veces no podemos explicar.
(Η ζωή είναι γεμάτη παραδοξολογίες που μερικές φορές δεν μπορούμε να εξηγήσουμε.)
Esta situación presenta una paradoja que merece nuestra atención.
(Αυτή η κατάσταση προβάλλει μια παραδοξολογία που αξίζει την προσοχή μας.)
Algunos consideran que la paradoja de la abundancia es un fenómeno moderno.
Η λέξη "paradoja" προέρχεται από το ελληνικό "παράδοξον", που σημαίνει "αντίθετο" ή "παράλογο". Έχει περάσει μέσα από τα Λατινικά ως "paradoxum" πριν εισέλθει στα Ισπανικά.
Συνώνυμα: - Contradicción (αντίφαση) - Incongruencia (ασυνέπεια)
Αντώνυμα: - Consenso (συμφωνία) - Concordia (συμφωνία)
Αυτή η δομή αναδεικνύει τη σημασία και τη χρήση της λέξης "paradoja" στην Ισπανική γλώσσα, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο.