Η λέξη "paralelas" είναι ουσιαστικό και είναι ο πληθυντικός τύπος της λέξης "paralela".
[paɾaˈleɾas]
Η λέξη "paralelas" αναφέρεται σε αντικείμενα ή γραμμές που διατηρούν την ίδια απόσταση μεταξύ τους και δεν συναντώνται ποτέ. Χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά ή μαθηματικά πλαίσια, καθώς και σε καθημερινές καταστάσεις για να αναφερθεί σε καταστάσεις ή ιδέες που δεν συγκλίνουν.
Στη γλώσσα Ισπανικά, η χρήση της λέξης είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτά κείμενα όπως μαθηματικά και φυσική, αλλά και σε προφορικές συνομιλίες όταν συζητούνται σχετικά θέματα.
Οι παράλληλες γραμμές ποτέ δεν συναντώνται.
En geometría, se estudian las propiedades de las paralelas.
Στη γεωμετρία, μελετώνται οι ιδιότητες των παράλληλων.
Los rieles del tren son paralelas entre sí.
Η λέξη "paralelas" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες μεταφορές:
Να ζεις σε παράλληλους κόσμους.
Las ideas de ambos están en parallel.
Οι ιδέες και των δύο είναι παράλληλες.
Caminar paralelas en la vida.
Να προχωρούμε παράλληλα στη ζωή.
Sus trayectorias laborales son paralelas.
Οι επαγγελματικές τους πορείες είναι παράλληλες.
Nuestras vidas son como líneas paralelas, siempre juntas pero nunca cruzadas.
Η λέξη "paralela" προέρχεται από το λατινικό "parallelus", το οποίο σημαίνει "ίσος σε απόσταση". Έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει γραμμές ή διαδρομές που διατηρούν σταθερή απόσταση μεταξύ τους.