parcial - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

parcial (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Parcial είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /paɾˈθjal/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "parcial" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει κάτι που είναι μερικό ή εν μέρει, αντί ολικό ή πλήρες. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως η εκπαίδευση (π.χ., μερικές εξετάσεις), νομικά κείμενα (π.χ., μερικές αποφάσεις) και γενικά για να δηλώσει μερική κατάσταση.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέτρια έως υψηλή, και μπορεί να συναντηθεί τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο, αν και προτιμάται συνήθως στο γραπτό.

Παραδειγματικές προτάσεις

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "parcial" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

Ετυμολογία

Η λέξη "parcial" προέρχεται από το λατινικό "partialis", που σημαίνει "μέρος", και σχετίζεται με το "pars, partis", που σημαίνει "μέρος".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Mermado (μειωμένος) - Incompleto (ανεπτυγμένος)

Αντώνυμα: - Total (ολικός) - Completo (πλήρης)



22-07-2024