pared - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

pared (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "pared" είναι ένα ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/paˈɾeð/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "pared" αναφέρεται σε έναν τοίχο, δηλαδή σε μια κατασκευή που διαχωρίζει ή προσδιορίζει έναν χώρο. Χρησιμοποιείται συχνά και σε διάφορες περιβάλλοντα, τόσο σε καθημερινές συζητήσεις όσο και σε πιο τεχνικές ή ιατρικές αναφορές.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης "pared" είναι αρκετά υψηλή, κυρίως στον προφορικό λόγο. Στις γραπτές αναφορές χρησιμοποιείται εξίσου, ιδιαίτερα σε κείμενα που σχετίζονται με την αρχιτεκτονική ή τις κατασκευές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La pared de la habitación es de color azul.
  2. Ο τοίχος της κάμαρας είναι μπλε.

  3. Necesitamos arreglar la pared que se está cayendo.

  4. Πρέπει να διορθώσουμε τον τοίχο που πέφτει.

  5. La pared del edificio es muy alta.

  6. Ο τοίχος του κτηρίου είναι πολύ ψηλός.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "pared" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις στην ισπανική γλώσσα.

  1. Echar una pared (Βάζω έναν τοίχο)
  2. No podemos echar una pared aquí porque es un lugar público.
  3. Δεν μπορούμε να βάλουμε έναν τοίχο εδώ γιατί είναι δημόσιος χώρος.

  4. Estar entre la espada y la pared (Είμαι ανάμεσα στη σπάθη και τον τοίχο)

  5. Me siento entre la espada y la pared porque tengo que elegir entre dos trabajos.
  6. Νιώθω ανάμεσα στη σπάθη και τον τοίχο γιατί πρέπει να διαλέξω ανάμεσα σε δύο δουλειές.

  7. Aguantar como una pared (Αντέχω όπως ένας τοίχος)

  8. Aunque todo es difícil, hay que aguantar como una pared.
  9. Αν και όλα είναι δύσκολα, πρέπει να αντέξουμε όπως ένας τοίχος.

  10. Caer como una pared (Πέφτω όπως ένας τοίχος)

  11. El proyecto cayó como una pared después de la negativa del inversor.
  12. Το σχέδιο κατέρρευσε όπως ένας τοίχος μετά την άρνηση του επενδυτή.

Ετυμολογία

Η λέξη "pared" προέρχεται από το λατινικό "parietem," που σημαίνει τοίχος ή πλευρά.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - muralla (τείχος) - muro (τοίχος)

Αντώνυμα: - abertura (άνοιγμα) - vacío (κενό)



22-07-2024