Το "parir" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "parir" στα ισπανικά είναι /paˈɾiɾ/.
Η λέξη "parir" αναφέρεται στη διαδικασία της γέννησης ή του τοκετού, κυρίως χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της γέννας σε ζώα ή ανθρώπους. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε ιατρικά και κλασικά κείμενα. Στη γλώσσα των Ισπανών, έχει μια σχετικά υψηλή συχνότητα χρήσης, ειδικότερα σε οικείες ή ιατρικές συνομιλίες.
Los animales suelen parir en primavera.
(Τα ζώα συνήθως γεννούν την άνοιξη.)
Es un momento difícil cuando una mujer va a parir.
(Είναι μια δύσκολη στιγμή όταν μια γυναίκα πρόκειται να γεννήσει.)
El veterinario ayudó a la perra a parir a sus cachorros.
(Ο κτηνίατρος βοήθησε τη σκυλίτσα να γεννήσει τα κουτάβια της.)
Στα ισπανικά, η λέξη "parir" ενδέχεται να εμπλέκεται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
Parir como un conejo.
(Γεννάει σαν κουνέλι.)
Σημαίνει να γεννάει κανείς πολλές φορές, δηλώνοντας ότι κάποιος έχει πολλές εγκυμοσύνες ή γεννάει πέντε και έξι.
No parir para vivir.
(Δεν γεννάω για να ζω.)
Αναφέρεται σε κάποιον που δεν θέλει να έχει παιδιά για να μπορεί να απολαμβάνει τη ζωή του.
Parir una idea.
(Γεννάει μια ιδέα.)
Χρησιμοποιείται για τον σχηματισμό ή την προκύρηξη μιας νέας καινοτόμου ιδέας.
Η λέξη "parir" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "parire" που σημαίνει "γεννώ" ή "φέρνω στον κόσμο".
Αυτή είναι μια αναλυτική παρουσίαση της λέξης "parir" που καλύπτει όλα τα ζητούμενα σημεία.