Ρήμα
/patiˈnaɾ/
Η λέξη "patinar" σημαίνει "να πατινάρεις" ή "να γλιστράς" σε επιφάνειες, συνήθως με τη χρήση πατίνων. Χρησιμοποιείται για να αναφέρεται στην κίνηση που γίνεται πάνω από πάγους ή σε επίπεδες επιφάνειες.
Η λέξη χρησιμοποιείται αρκετά συχνά στη γλώσσα Ισπανικά και μπορεί να παρατηρηθεί σε διάφορους τύπους κειμένων. Είναι πιο συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, ειδικά όταν μιλάμε για δραστηριότητες αναψυχής ή αθλήματα.
Μου αρέσει να πατινάρρω στο πάρκο τα σαββατοκύριακα.
Los niños están aprendiendo a patinar sobre hielo.
Η λέξη "patinar" είναι χρήσιμη και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, τα παραδείγματα περιλαμβάνουν:
"Το πατινάζ στον πάγο δεν είναι εύκολο."
"No quiero patinar en este asunto."
"Δεν θέλω να ασχοληθώ με αυτό το θέμα."
"Patinar en el aire"
Η λέξη "patinar" προέρχεται από τα γαλλικά "patiner", που σημαίνει "να γλιστράς" και έχει ρίζες στο λατινικό "pātināre".
Συνώνυμα: - Deslizarse (γλιστράω) - Sobrepatinar (πατητiner extra)
Αντώνυμα: - Detenerse (σταματώ) - Estancarse (παραμένω στάσιμος)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ευρεία κατανόηση της λέξης "patinar" και της χρήσης της στη γλώσσα Ισπανικά, καθώς και στις πολιτισμικές της συνδηλώσεις.