pecera - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

pecera (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "pecera" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "pecera" είναι [peˈθeɾa] στην ισπανική προφορά της Ισπανίας και [peˈseɾa] στην ισπανική προφορά της Λατινικής Αμερικής.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "pecera" αναφέρεται σε ένα γυάλινο δοχείο ή ενυδρείο που χρησιμοποιείται για να φιλοξενεί ψάρια και άλλα υδάτινα πλάσματα. Στη γλώσσα των Ισπανών, η "pecera" χρησιμοποιείται συνήθως σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με την υδατοκαλλιέργεια, τα σπίτια ή τα καταστήματα ειδών κατοικίδιων ζώων. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται συχνά και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La pecera en mi casa es muy grande.
    (Το ενυδρείο στο σπίτι μου είναι πολύ μεγάλο.)

  2. Ella compró una pecera llena de peces de colores.
    (Αυτή αγόρασε ένα ενυδρείο γεμάτο με πολύχρωμα ψάρια.)

  3. Es necesario limpiar la pecera regularmente para mantener a los peces saludables.
    (Είναι απαραίτητο να καθαρίζεις το ενυδρείο τακτικά για να κρατάς τα ψάρια υγιή.)

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "pecera"

  1. Tener una pecera en casa es como tener un pequeño jardín acuático.
    (Να έχεις ένα ενυδρείο στο σπίτι είναι σαν να έχεις έναν μικρό υδάτινο κήπο.)

  2. Desde que tengo mi pecera, he aprendido mucho sobre el cuidado de los peces.
    (Από τότε που έχω το ενυδρείο μου, έχω μάθει πολλά για τη φροντίδα των ψαριών.)

  3. La pecera es un excelente punto focal en la decoración del salón.
    (Το ενυδρείο είναι ένα εξαιρετικό σημείο εστίασης στη διακόσμηση του σαλονιού.)

  4. Decorar la pecera con plantas acuáticas da vida al ambiente.
    (Η διακόσμηση του ενυδρείου με υδρόβια φυτά δίνει ζωή στο περιβάλλον.)

  5. En la pecera los peces nadan felices, lo que me relaja.
    (Στο ενυδρείο, τα ψάρια κολυμπούν χαρούμενα, κάτι που με χαλαρώνει.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "pecera" προέρχεται από το ισπανικό επίθετο "peces" που σημαίνει "ψάρια", αντίστοιχα συνδεδεμένο με τη ρίζα που προέρχεται από τη λατινική λέξη "piscis" με την ίδια σημασία.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024